Η Γερμανική Επίθεση κατά της Ελλάδος

 «Τὰ Ὀχυρὰ δὲν παραδίδονται, ἀλλὰ καταλαμβάνονται». Ἡ ἀπάντηση τοῦ διοικητοῦ τοῦ ὀχυροῦ Ρούπελ,Ταγματάρχου Δουράτσου Γεωργίου πρὸς τοὺς Γερμανοὺς, ὅταν τοῦ ζήτησαν νὰ παραδοθεῖ.

Την 04:00 της 6ης Απριλίου 1941, ο Γερμανός πρέσβης στην Ελλάδα Βίκτωρ Έρμπαχ επέδωσε στον Πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κορυζή, έναν άνθρωπο με ήθος άξιο θαυμασμού, νότα[1] για την επίθεση που εξαπολύθηκε την 05:30. Η υπεροχή των επιτιθέμενων ήταν συντριπτική εις βάρος των αμυνομένων τόσο σε προσωπικό, όσο και σε μέσα (αεροσκάφη, άρματα μάχης, πυροβόλα). Την ίδια μέρα τα γερμανικά στρατεύματα επιτίθεντο και κατά της Γιουγκοσλαβίας. Για τον Χίτλερ μόνο οι Έλληνες κρίθηκαν άξιοι επιδόσεως τελεσιγράφου κηρύξεως πολέμου.

Η Επίθεση

Οι Γερμανοί επετέθησαν, καθ’ όλο το μήκος της  ελληνο-βουλγαρικής μεθορίου, με 72 τάγματα πεζικού και 1.900 άρματα μάχης, τα οποία υποστηρίζονταν από 1.086 πυροβόλα και 1.000 αεροσκάφη. Η ελληνική άμυνα στηρίχτηκε σε μία γραμμή 21 οχυρών, κατασκευασμένων από το όρος Μπέλες έως το ποταμό Νέστο, γνωστή ως «Γραμμή Μεταξά». Τα οχυρά υπερασπίζονταν 10.000 αξιωματικοί και οπλίτες . Οι ελληνικές δυνάμεις αποτελούνταν από 31 τάγματα πεζικού, υποστηριζόμενα από 188 πυροβόλα και 45 αεροσκάφη. Η υπεροχή ήταν συντριπτική υπέρ των εισβολέων. Οι Έλληνες στον πόλεμο αυτό, αποδείχθηκαν αντάξιοι της πολεμικής αρετής των προγόνων τους και τίμησαν τα όπλα που τους εμπιστεύθηκε η πατρίδα.

Η Κατασκευή των Οχυρών

Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη κατασκεύασαν γραμμές αμύνης με μόνιμες οχυρώσεις, όπως η γαλλική «Μαζινώ» και η γερμανική «Ζίγκφριντ». Σε έκθεση του ανώτατου στρατιωτικού συμβουλίου, το οποίο συνήλθε το 1932 υπό την προεδρία του αντιστράτηγου Αλ. Οθωναίου επισημαίνονταν: « κατάσταση ἀμύνης τῆς χώρας εἶναι αὐτόχρημα τραγική, στερουμένη τῶν ἀπαραιτήτων ὑλικῶν, δέν θά κατορθώσῃ νά ἀνταποκριθῇ εἴς τάς ἀπαιτήσεις τοῦ συγχρόνου πολέμου καί νά ἐξασφαλίσῃ ἔστω καί στοιχειωδῶς ὀλιγοχρόνιον ἄμυναν τοῦ ἐθνικοῦ ἐδάφους». Η Ελλάδα μέχρι το 1935 δεν είχε κάνει καμιά σοβαρή οχύρωση. Τον Αύγουστο του 1935 δημιουργήθηκε η Επιτροπή Μελετών Οχυρώσεως(ΕΜΟ), με αποστολή, την εκπόνηση μελέτης για την κατασκευή έργων οχυρώσεως, για την απόκρουση επιθέσεως από την Βουλγαρία. Επί κυβερνήσεως Μεταξά, με μία πανεθνική προσπάθεια ολοκληρώθηκαν τα σχέδια επιλογής των περιοχών κατασκευής των οχυρών, τα κατασκευαστικά σχέδια, αλλά πάνω από όλα υλοποιήθηκε η οργάνωση για την αποπεράτωση του όλου έργου. Εντός 3,5 ετών με την διάθεση 1,5 δισεκατομμυρίων δραχμών, η αμυντική γραμμή είχε ολοκληρωθεί. Σ’ αυτό το διάστημα έγιναν 600.000 μ3 επιφανειακών και 300.000 μ3  υπογείων εκσκαφών. Καταναλώθηκαν 70.000 τόνοι τσιμέντου και 12.000 τόνοι σιδήρου για την κατασκευή 200.000 μ3 οπλισμένου σκυροδέματος, ενώ διανοίχτηκαν 250 χλμ. νέων οδών. Υπήρξε αρίστη εκμετάλλευση του εδάφους για την εκλογή των θέσεων των οχυρών και την προσαρμογή των πυρών. Η «Γραμμή Μεταξά» αποτελεί την μοναδική γραμμή οχυρώσεως που κατασκευάσθηκε από συστάσεως του ελληνικού κράτους.

Τα Οχυρά

Κάθε οχυρό αποτελούσε ένα αυτοτελές κέντρο άμυνας αποτελούμενο από πυροβολεία, πολυβολεία, παρατηρητήρια, χώρους διοικήσεως καθώς και όλους τους απαραίτητους χώρους διαμονής του προσωπικού επί μακρόν χρόνο. Διέθεταν ενεργειακή αυτονομία και προστασία από επιθέσεις με χημικά αέρια. Οι κατασκευές ήσαν ιδιαίτερα ανθεκτικές και στεγανές. Ακόμη και σήμερα είναι αξιοθαύμαστη η αντοχή στην υγρασία πολλά μέτρα κάτω από το έδαφος. Όλες οι εργασίες έγιναν με μεγάλη μυστικότητα, παρά το πλήθος του προσωπικού που χρησιμοποιήθηκε. Οι Γερμανοί αξιωματικοί εξέφρασαν τον θαυμασμό τους για τα ελληνικά οχυρά, χαρακτηρίζοντάς τα σαν τον χρυσό μέσον όρο των συστημάτων οχυρώσεως, μεταξύ του πολυδάπανου γαλλικού και του λιτού γερμανικού. Αίνιγμα αποτέλεσε το ύψος της δαπάνης και ο χρόνος κατασκευής σε σχέση με το μέγεθος του εκτελεσθέντος έργου. Η «Γραμμή Μεταξά» υπήρξε αποτέλεσμα σκληρής μέχρι αυταπαρνήσεως συνεισφοράς, τόσο του στρατιωτικού, όσο και του πολιτικού προσωπικού, το οποίο εργάσθηκε νυχθημερόν, υπό την επίβλεψη και τον συντονισμό μιας εμπνευσμένης ηγεσίας. Η ύπαρξη των οχυρών, παρείχε την ευκαιρία στους υπερασπιστές αυτών, να γράψουν σελίδες δόξης αντάξιες των συναδέλφων τους στο θέατρο επιχειρήσεων της Βορείου Ηπείρου.

Η Σχεδίαση της Γερμανικής Επιθέσεως

Ο Χίτλερ, από το Νοέμβριο του 1940, είχε δώσει εντολή στο γερμανικό Επιτελείο για την εκπόνηση του σχεδίου «Μαρίτα», που αφορούσε την κατάληψη της Ελλάδος. Ο Μουσολίνι είχε επιτεθεί στην Ελλάδα, χωρίς την έγκριση του ισχυρού εταίρου του. Ο Χίτλερ σε ένδειξη της δυσαρέσκειάς του, δεν διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με την χώρα μας. Όταν βεβαιώθηκε ότι η Ιταλία αδυνατούσε να νικήσει, αποφάσισε να δράσει χρησιμοποιώντας την τακτική που εφήρμοσε στην Πολωνία. Για να εξασφαλίσει την ουδετερότητα και την υποστήριξη των ομόρων κρατών, αποφάσισε τον διαμελισμό της Ελλάδος. Σύμφωνα με τα αναγραφόμενα στο ημερολόγιο του Υπουργού Εξωτερικών της Ιταλίας Τσιάνο, φαίνεται να δήλωσε: «Ἡ ἑλληνική ὑπόθεση θὰ ἀποτελέσει μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἐπιτυχίες τοῦ Ἄξονος. Ἡ Γιουγκοσλαβία θὰ πάρει τὴν Θεσσαλονίκη, ἡ Βουλγαρία ἔξοδο πρὸς τὴν θάλασσα καὶ ἡ Ἰταλία τὴν Ἤπειρο καὶ τὰ Ἐπτάνησα. Ἐάν χαθεῖ ἡ Ἑλλάδα, ἡ Ἀγγλία θὰ ἐκτοπιστεῖ ἀπὸ τὴν Μεσόγειον».

Τα διδάγματα

Η Ελλάδα, στη νέα ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων, θα είχε σύνορα μέχρι την Μελούνα.[2] Η γενιά του ‘40 εξασφάλισε με το αίμα της, την εθνική μας επιβίωση. Δεν συμβιβαστήκαμε, αλλά επιλέξαμε να αγωνισθούμε γι’ αυτό που πιστεύαμε ως δίκαιο. Τα έθνη δεν δοξάζει τόσον η επιτυχία, όσο η ηρωική προσπάθεια και δεν τα απαθανατίζει τόσο η υλική, όσο η ηθική νίκη. Ο ελληνικός στρατός έδειξε στον κόσμο, σε μια εποχή που όλοι πίστευαν στο αήττητο του άξονα, πως μία μικρή χώρα μπορεί να αντισταθεί στην ωμή βία. Οι μαχητές που πολέμησαν εναντίον των Γερμανών, είχαν χωρίς καμία υπερβολή, τα ίδια χαρακτηριστικά με τους Σπαρτιάτες του Λεωνίδα. Οι άνθρωποι κρίνονται από τις επιλογές τους, οι επιλογές μας είναι αυτές που μάς χαρακτηρίζουν και για αυτές μάς θυμούνται οι μεταγενέστεροι. Η επιλογή μας ως λαός να πολεμήσουμε το 1941, για την τιμή και την αξιοπρέπεια της πατρίδος μας, δικαιώθηκε ιστορικά. Για αυτά που πράττουμε εμείς στην παρούσα περίοδο θα κριθούμε και θα αξιολογηθούμε ανάλογα.

 

[1] Στη διπλωματία με τον όρο διακοίνωση (διεθνής όρος: note ή nota) χαρακτηρίζεται κυρίως το έγγραφο το οποίο ανταλλάσσεται μεταξύ του υπουργείου εξωτερικών μίας χώρας και των «Ἐν τῆ χώρᾳ» διπλωματικών αντιπροσώπων Οι διακοινώσεις διακρίνονται σε υπογεγραμμένες (nota) και σε ρηματικές (verbe nota).

 [2] Ύψωμα νοτίως της Ελασσόνος, από την οποία διέρχονταν τα βόρεια σύνορά μας πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους.

 Μάχη των Οχυρών - Γραμμή Μεταξά | pamenevrokopi